Σήμερα σχολιάζω εν συντομία τα τελευταία επεισόδια δύο σειρών που δεν παρακολουθώ, E.R. και Supernatural, πακετάκι με λίγα σχόλια για τους λόγους που το έκανα ξαφνικά τώρα.
Mε το πέρασμά του ως Jon Kavanaugh στο περσινό Shield, ο Forest Whitaker έπρεπε όχι απλά να έχει προταθεί για Έμμυ β' ρόλου, αλλά να το έχει πάρει σπίτι του άνευ αγώνος. Ξεχάστε προέδρους Logan, ξεχάστε George Hearst, ξεχάστε Alan Alda, ξεχάστε οτιδήποτε άλλο υπήρξε στη μικρή οθόνη τα τελευταία χρόνια. Ο Whitaker έδωσε την ερμηνεία της καριέρας του, την ερμηνεία της σεζόν, και δεν προτάθηκε καν. Και όπως τα φέρνει καμιά φορά η τύχη, φέτος μπορεί να είναι η χρονιά που τα χρωστούμενα θα τα εισπράξει και με τόκο: η ερμηνεία του ως Idi Amin στο Last King of Scotland τον έχει φέρει αυτή τη στιγμή στη θέση του φαβορί της κούρσας για το Όσκαρ α' ανδρικού ρόλου, ενώ το 6-episode arc του στο παλαιολιθικό δράμα E.R. μπορεί επιτέλους να τον φέρουν στην προσοχή των ψηφοφόρων για τα Έμμυ. Όσκαρ και Έμμυ μέσα στην ίδια χρονιά? He only deserves them.
Έχοντας λοιπόν υποσχεθεί πως δε θα χάσω οτιδήποτε άλλο κάνει ποτέ στη ζωή του ο υποτιμημένος ηθοποιός, παρακολούθησα E.R. για πρώτη φορά. Εver. Εδώ υποδύεται έναν ασθενή που εισήχθη στην ενταντική με επίμονο βήχα και κατά την παραμονή του στο νοσοκομείο έπαθε πνευμονία, εγκεφαλικό και τελικά έμεινε παράλυτος στο δεξί του χέρι. Προσωπικά όλες αυτές οι πονεμένες και δακρύβρεχτες ιστορίες ιατρικής αμέλειας με κάνουν να πονάω από αδιαφορία, αλλά το καλό εδώ είναι πως το μισό και πλέον επεισόδιο διαδραματίζεται στο παρελθόν, όπου και παρακολουθούμε τα εν λόγω γεγονότα. Ο Whitaker χρωματίζει το πρόσωπό του με όλα τα στάδια, ξεκινώντας από αφελή ανησυχία, και περνόντας στο άγχος, στην απορία, στο θυμό, στο ξέσπασμα, για να καταλήξει στην οργισμένη αποδοχή. Οι σκηνές του στο παρόν, στο δικαστήριο, είναι δυναμίτης και το γεγονός οτι παρακολουθούσα ένα επεισόδιο 13ης σεζόν μιας σειράς με την οποία δεν είχα ποτέ την παραμικρή επαφή χωρίς να το συνειδητοποιήσω καν, λέει πάρα πολλά για το πόσο καθηλωτική ήταν η ερμηνεία του αγαπημένου ηθοποιού. Είναι ευτύχημα που μια σειρά διαφημίζει τη συμμετοχή ενός μεγάλου ονόματος και, επιτέλους, παραδίδει αυτό ακριβώς για τουλάχιστον τα 30 από τα συνολικά 40 λεπτά της διάρκειάς της.
Παραπέρα, στο Supernatural, η Amber Benson υποδύεται ένα βαμπίρ, είδος που ως Tara Maclay το κυνηγούσε για χρόνια, σε μια μικρή και ασήμαντη σειρά που δεν έχει επηρεάσει κανέναν. Φυσικά δε θα μπορούσα να λείψω, αλλά δυστυχώς εδώ σε αντίθεση με το E.R. η βασική ατραξιόν εμφανίζεται μετά το μέσον του επεισοδίου και δεν είναι για περισσότερα από 5-10 λεπτά onscreen παρουσίας. I was robbed!! Όχι πως ήταν επίπονο το επεισοδιάκι- για τα δεδομένα της σειράς ενδιαφέρον ήταν. Φυσικά αυτή η κακή συνήθεια των χαρακτήρων να αναλύουν τα ψυχολογικά τους προβλήματα μέχρι τελευταίας λεπτομέρειας στα 3/4 του επεισοδίου ώστε να βαδίσουν ενωμένοι στη μάχη, είναι ακόμα εκεί. Αλλά το twist σχετικά με το σε ποιον τελικά αναφέρεται ο τίτλος Bloodlust είχε πλακίτσα, και γενικά ένιωσα πολύ περήφανος που το show χαμήλωσε λίγο τα AORάδικα γκαρίσματα και έπιασε τον εαυτό του να αναρωτιέται αν ο ρατσισμός είναι κακό πράγμα- σαν τον μικρό 14χρονο ανηψιό σου που επιτέλους μπαίνει στην εφηβεία, ένα πράμα. Χαριτωμένο, αλλά τη σειρά δεν την ξαναπιάνω. Ίσως αν προβιβαζόταν σε series regular η Amber Benson...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου